Φθινόπωρο 2015. Μόλις είχε κλείσει ένας συγγραφικός κύκλος τριών ετών και μπροστά μας ανοιγόταν το άγνωστο. Οι μέρες κυλούσαν γοργά, πήρε να μπαίνει ο χειμώνας, όμως εμείς δε λέγαμε να αρχίσουμε ακόμη τις γνωστές μας συζητήσεις για το επόμενο βιβλίο. Δεν είχαμε βρει το θέμα, δε μας είχε χτυπήσει την πόρτα.Βέβαια, ο αέρας της αλλαγής ήταν εμφανής στην ατμόσφαιρα∙ κάτι άλλαζε, κάτι διαφορετικό συνέβαινε. Έπρεπε να περιμένουμε, επιβαλλόταν να κάνουμε υπομονή, κι ας είχα τον Θοδωρή να γυρίζει μέσα στο σπίτι σαν το λιοντάρι στο κλουβί.
Ώσπου ένα σαββατιάτικο πρωινό, εκεί που έβαζα σε μια σειρά κάτι παλιές σημειώσεις της σχολής μου, έπεσα πάνω σε ένα κείμενο που θυμόμουν πως μου είχε κάνει φοβερή εντύπωση όταν το είχα πρωτοδιαβάσει. «Ὁρισμένα τινά ἑλληνικὰ θήλεα ζητοῦν νὰ δοθῇ ψῆφος εἰς τὰς γυναῖκας. Σχετικῶς μὲ τὸ ἵδιον τοῦτο θέμα διαπρεπέστατος ἐπιστήμων εἶχεν ἄλλοτε ἀναπτύξει ἀπὸ τοῦ βήματος τῆς Βουλῆς τὸ ἐπιστημονικῶς πασίγνωστον, ἄλλως τε, γεγονὸς ὅτι πᾶν θῆλυ διατελεῖ εἰς ἀνισόρροπον καὶ ἔξαλλον πνευματικὴν κατάστασιν ὡρισμένας ἡμέρας ἑκάστου μηνός… Νεώτεραι καὶ ἀκριβέστεραι ἔρευναι καταδείκνυσιν ὅτι οὐ μόνον ὡρισμένας ἡμέρας, ἀλλὰ δι’ ὅλου τοῦ μηνός τελοῦσιν ἅπαντα τὰ θήλεα εἰς πνευματικὴν καὶ συναισθηματικὴν ἀνισορροπίαν, τινά δε μετρίαν, τὰ πλεῖστα δὲ σφοδροτάτην καὶ ἀκατάσχετον, ἄτε καὶ παντοιοτρόπως ἐκδηλουμένων καὶ κλιμακουμένων σὺν τῷ χρόνῳ… Ἐπειδή ἐν τοῦτοις αἱ ἡμέραι αὔται, δὲν συμπίπτουν ὡς πρὸς ὅλα τὰ θήλεα, εἶναι ἀδύνατον νὰ εὑρεθῆ ἡμέρα πνευματικῆς ἰσορροπίας καὶ ψυχικῆς γαλήνης ὅλων τῶν θήλεων, ὥστε τὴν εὐτυχὴ ἐκείνην ἡμέραν νὰ ὁρίζονται αἱ ἑκάστοτε ἐκλογαί. Ἡ γυναικεῖα συνεπῶς ψῆφος εἶναι πράγμα ἐπικίνδυνον, ἄρα ἀποκρουστέον».
Το διάβασα ξανά και αστραπιαία γύρισα αρκετά χρόνια πίσω, σε ένα γραφικό καφέ στο κάστρο της πόλης των Ιωαννίνων. Θυμήθηκα την πολύωρη συζήτηση που είχαμε κάνει τότε με τον Θοδωρή, με αφορμή το παραπάνω κείμενο.
Αυτό ήταν! Τα γρανάζια είχαν μόλις μπει στη θέση τους. Το μόνο που έμενε ήταν να κάνω την πρόταση στο έτερον συγγραφικό μου ήμισυ, αν και ήμουν σίγουρη πως δε θα μου χαλούσε το χατίρι.
Λία
Σάββατο πρωί, αρχές χειμώνα. Η μέρα έξω από το παράθυρο σκοτεινή και βροχερή. Άκουσα τη Λία να με φωνάζει από το σαλόνι, ενώ ακόμη χουζούρευα ανάμεσα στα σκεπάσματα. Η αλήθεια είναι πως ανησύχησα. Βιβλίο καινούργιο δεν είχαμε ακόμη ξεκινήσει ώστε να σηκωνόμαστε από τα χαράματα.
Τη βρήκα ανάμεσα σε μια στοίβα από βιβλία και σημειώσεις, καθισμένη οκλαδόν στο χαλί, με μια λεπτή κουβέρτα στις πλάτες και ένα πλατύ χαμόγελο στο πρόσωπο.
Είχε πρόταση για το επόμενο βιβλίο! Φτιάξαμε καφέ και τσάι και πιάσαμε τη συζήτηση που κράτησε μέχρι αργά το βράδυ. Οι «Κυρίες» μάς είχαν ήδη συνεπάρει.
Θοδωρής
Νέα πνοή φύσηξε στη συγγραφική μας κουζίνα, έφερε νέα συστατικά, καινούργιες εμπνεύσεις, πρωτόγνωρες γεύσεις. Δε θα πούμε πολλά για την υπόθεση του βιβλίου, θα σας αφήσουμε να το απολαύσετε. Θα πούμε μονάχα πως οι αγώνες των ηρώων μας, άκρως ανθρώπινοι και αληθινά συγκινητικοί, συνεχίζουν ακόμη και τώρα να μας φέρνουν δάκρυα στα μάτια.
Ευχόμαστε όλα όσα νιώσαμε κατά τη διάρκεια της συγγραφής τούτου του βιβλίου να φτάσουν μέσα από τις λέξεις του ως τις καρδιές σας. Για άλλη μια φορά σας ευχαριστούμε ολόψυχα!