Έχει κλείσει το γραφείο και δουλεύω από το σπίτι. Δε μου είναι ιδιαίτερα ευχάριστο, γιατί είμαι από τους ανθρώπους που θέλουν να διαχωρίζουν τον χώρο εργασίας από το σπίτι. Ωστόσο, προσαρμόζομαι εύκολα (σαν τις κατσαρίδες ένα πράγμα, που επιβιώνουν ακόμα και έπειτα από έναν πυρηνικό όλεθρο), και φαντάζομαι πως πολύ σύντομα δε θα με ενοχλεί καθόλου (ή θα πείσω τον εαυτό μου πως δε με ενοχλεί).
Η κόρη μου φέτος δίνει Πανελλαδικές. Τι σημαίνει αυτό; Το άγχος που ήδη βίωνε έχει πάρει διαστάσεις εξωπραγματικές. Breath in, breath out… δεν πιάνει όμως σ’ αυτή την περίσταση. Μέχρι πριν από λίγες μέρες, όταν αγχωνόταν πολύ, συνήθιζα να της αναφέρω τη δική μου εμπειρία από τις Πανελλαδικές. «Ηρέμησε, σκέψου εμάς που δώσαμε ντάλα καλοκαίρι. Μέσα Ιουλίου κι εμείς να δίνουμε με καύσωνα αρχαία…» Για τους παλιούς, που δε θυμούνται, και για τους νέους, που δεν ξέρουν, ήταν το περίφημο 1988, τότε που οι καθηγητές είχαν αποφασίσει να κάνουν κυλιόμενες απεργίες εν μέσω Πανελλαδικών… Τώρα είμαι «γατάκι» μπροστά της. Τα παιδιά δεν ξέρουν πότε θα δώσουν, αν θα δώσουν, τι θα δώσουν κ.λπ κ.λπ.
Μένω στο σπίτι, αλλά μια δυο φορές την εβδομάδα πηγαίνω στους γονείς μου τα απαραίτητα ψώνια. Δε μένουν μακριά, λίγα μέτρα παρακάτω. Δεν αγκαλιαζόμαστε, δεν αγγιζόμαστε καν, κι αυτό μ’ ενοχλεί. Πολύ. Αλλά δεν το δείχνω. Όμως αυτό το χάδι που μπορώ να το δώσω αλλά δεν το δίνω γιατί έτσι πρέπει, για το καλό τους και για το καλό μου, με πειράζει. Με πειράζει πολύ. Το είπα και παραπάνω, αλλά το ξαναλέω μήπως και φύγει από μέσα μου. Κι ακόμα έχουμε δρόμο…
Τις πρώτες μέρες που «έσκασε» όλο αυτό το κακό, η καραντίνα, η στέρηση ελευθερίας (έτσι το ένιωσα εγώ), μου ήταν αδύνατον να διαβάσω (εννοείται και να γράψω). Ήθελα, αλλά το μυαλό μου αρνούνταν ν’ ακολουθήσει… δε συγκεντρωνόταν με τίποτα… Τώρα όμως αρχίζω σιγά σιγά και ψάχνομαι ξανά… Ποιο θα είναι το επόμενο ανάγνωσμά μου; Κάτι κλασικό και «επίκαιρο» από τη βιβλιοθήκη του μπαμπά; Το Δεκαήμερο του Βοκάκιου που γράφτηκε εν μέσω πανούκλας, τη στιγμή που η Φλωρεντία μαστίζεται από τη θανατηφόρα νόσο, όπου εφτά κυρίες και τρεις νεαροί συγκατοικούν σ’ έναν πύργο έξω από τα όρια της πόλης και διηγούνται ιστορίες για την αγάπη, την τύχη, το πεπρωμένο, ή τις Κόρες της βασίλισσας, της αγαπημένης Κλαίρης Θεοδώρου, που περιμένουν υπομονετικά από τα Χριστούγεννα να πάρουν τη σειρά τους; Ανεβοκατεβάζω βιβλία από τη βιβλιοθήκη… νομίζω πως αποφάσισα… Συνηθίζω να διαβάζω τα βιβλία δυο δυο, σαν την αντιβίωση ένα πράγμα, ένα το πρωί κι ένα το βράδυ…