«Η Πενθερά»: «πένθος» και «έρως» ή αλλιώς «ο θάνατος του έρωτα»
Δυο πεθερές, μια Μανιάτισσα και μια Πόντια, στόχοι δολοφονικών επιθέσεων.
Δυο νύφες, που εύχονται να είχαν ορφανούς συζύγους.
Δυο γιοι που συνθλίβονται στις συμπληγάδες της μητρικής αγάπης και του έρωτα.
Και μια δημοσιογράφος, που μετατρέπεται σε φυγά προκειμένου να αποδείξει την αθωότητά της.
Αυτοί είναι οι κεντρικοί ήρωες του νέου μου βιβλίου «Η πενθερά», του πρώτου που έχω την ευλογία να εκδοθεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός.
Ήταν αρχές του 2015 όταν μια φίλη, αστειευόμενη, μου είπε «Έτσι μου ‘ρχεται να δημιουργήσω μια ομάδα εξόντωσης κακών πεθερών με το όνομα πεθεροτιμωροί». Η ιδέα της εισχώρησε σαν σπόρος στο μυαλό μου και ενώθηκε αστραπιαία με μια αληθινή ιστορία που είχα ακούσει πριν από πολλά χρόνια.
«Αν τελικά δε δημιουργήσεις εσύ την ομάδα εξόντωσης κακών πεθερών, μου επιτρέπεις να τη δημιουργήσω εγώ και να την κάνω μυθιστόρημα;» ζήτησα την άδεια της φίλης.
«Μετά χαράς! Υπό έναν όρο. Θα συμπεριλάβεις την απρέπεια που μου έκανε η πεθερά μου, πετώντας όλα τα βιβλία της βιβλιοθήκης μου στο πλημμυρισμένο πάτωμα», μου άναψε το πράσινο φως.
Επιστρέφοντας στο σπίτι μου εκείνη την ημέρα, ήξερα και τον τίτλο του βιβλίου που θα έγραφα. Η πενθερά! Από τη σύνθεση των όρων «πένθος» και «έρως», ή αλλιώς «ο θάνατος του έρωτα».
Έτσι μου είχε περιγράψει τη δική της πεθερά, δεκαπέντε χρόνια πριν, η «Σαβίνα». Δυναμική γυναίκα, καλλιεργημένη, με μια αξιοθαύμαστη καριέρα δημιουργημένη με προσωπικές θυσίες και κόπους, τα πρώτα χρόνια του γάμου της είχε επιλέξει να βάλει τη δουλειά της σε πρώτο πλάνο, αναβάλλοντας για αργότερα την τεκνοποίηση. Λογάριαζε όμως χωρίς τη Μανιάτισσα πεθερά της, την «Αγορίτσα», έναν άνθρωπο αυταρχικό, ζυμωμένο με την αγριάδα της παλιάς Μάνης, που ήθελε να διαφεντεύει τις ζωές των παιδιών της κουνώντας τα νήματα σαν να ήταν μαριονέτες της.
«Εσύ και η πεθερά σου είστε για βιβλίο», είχα πει τότε στη «Σαβίνα», χωρίς φυσικά να αντιλαμβάνομαι πόσο προφητικά ήταν τα λόγια μου. Δεν είχα μπει ακόμη στον μαγικό κόσμο των εκδόσεων, ούτε που περνούσε από το μυαλό μου ότι κάποτε θα τολμούσα να το κάνω, όμως έγραφα ερασιτεχνικά, με τη μορφή ψυχοθεραπείας και εκτόνωσης, οτιδήποτε με εντυπωσίαζε, με συγκινούσε, με εξόργιζε.
Αυτό ακριβώς έκανα και με τη συγκλονιστική ιστορία της «Σαβίνας» και της «Αγορίτσας». Την κατέγραψα, την αποθήκευσα σε ένα ηλεκτρονικό αρχείο και την έκρυψα στο συρτάρι μου, παρέα με εκατοντάδες άλλες. Μέσα στους αποθηκευμένους θησαυρούς μου, ανακάλυψα και τους υπόλοιπους ήρωες του βιβλίου μου.
Τη «Μόσχω», την Πόντια πεθερά που κάποτε μοιράστηκε μαζί μου απίστευτα περιστατικά από τη συγκατοίκηση με τον μοναχογιό της, και τη Θεσσαλονικιά καλλονή νύφη της.
Την «Πάτι», τη δημοσιογράφο που γίνεται φυγάς για να αποδείξει την αθωότητά της.
Την ανάπηρη «Οιάνθη», που ζει απομονωμένη σε μια σοφίτα, συντροφιά με τα 1.114 βιβλία της και τις αναμνήσεις ενός μεγάλου έρωτα.
Και φυσικά τους άντρες της ιστορίας, που συνθλίβονται στις συμπληγάδες την μητρικής αγάπης και του έρωτα.
Χρειάστηκα σχεδόν τρία χρόνια για να ολοκληρώσω τη συγγραφή του. Τα πολιτιστικά στοιχεία του Πόντου και της Μάνης, τα ήθη, οι παραδόσεις, οι νοοτροπίες και κυρίως η ντοπιολαλιά με βασάνισαν αρκετά μέχρι να ενσωματωθούν στην ιστορία μου, αλλά χωρίς αυτά θα αδικούσα τους πρωταγωνιστές της.
Έτσι γεννήθηκε «Η πενθερά». Ένα κοινωνικό-αισθηματικό μυθιστόρημα, με αστυνομική πλοκή, που επιχειρεί να ρίξει φως σε ένα διαχρονικό στερεότυπο της ελληνικής κοινωνίας:
Υπάρχουν τελικά πεθερές-αράχνες που παγιδεύουν στον ιστό τους γαμπρούς και νύφες ή πρόκειται για ένα βολικό άλλοθι των ζευγαριών που δεν καταφέρνουν να κατακτήσουν το «για πάντα»;
Στο τέλος της ανάγνωσης, θα βρείτε σίγουρα την απάντηση στο ερώτημα. Αν στο ενδιάμεσο αναγνωρίσετε στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών τους εαυτούς σας, τους συζύγους, τις πε(ν)θερές ή τις νύφες σας, σας βεβαιώνω πως πρόκειται για σύμπτωση…