«Όσοι αγαπιούνται […] ποτέ τους δεν πεθαίνουν». H Victoria Hislop ρίχνει φως στα τραύματα της Ελλάδας

Share Button

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου το Όσοι αγαπιούνται κυκλοφόρησε από τον Ιούνιο του 2019, πολλοί αναγνώστες και κριτικοί περιέγραψαν το περιεχόμενο της αφήγησης ως «τραυματικό» ή και «βασανιστικό». Αυτό μπορεί να μην ακούγεται σαν φιλοφρόνηση, αλλά στην πραγματικότητα είναι, διότι σημαίνει ότι το βιβλίο κατάφερε να «περάσει» στο αναγνωστικό κοινό την τραγικότητα των γεγονότων που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια αρκετών δεκαετιών του 20ού αιώνα.

Όπως εξήγησα στους Βρετανούς αναγνώστες μου, τα πιο σκληρά περιστατικά και γεγονότα που περιγράφονται στο βιβλίο ανταποκρίνονται πλήρως στην πραγματικότητα, χωρίς να έχω υπερβάλει στο παραμικρό: ο καταστροφικός λιμός που έπληξε την Αθήνα τον χειμώνα του ’41-’42, η ναζιστική θηριωδία κατά τη διάρκεια της Κατοχής, τα Δεκεμβριανά του 1944 (στα οποία είχαν πολύ μεγάλη ανάμειξη οι Βρετανοί), οι μαζικές δολοφονίες κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου (και από τις δύο πλευρές), οι αρπαγές χιλιάδων παιδιών, οι βασανισμοί που διεξάγονταν σε στρατόπεδα κράτησης και η δίωξη των αριστερών που συνεχίστηκε επί δεκαετίες.

Η πηγή της έμπνευσής μου για να γράψω αυτή την ιστορία ήταν η αχνή εικόνα ενός νησιού που ήταν ορατό από τον Ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο και η ανακάλυψη ότι το μέρος αυτό, η Μακρόνησος, είχε χρησιμοποιηθεί ως «στρατόπεδο αναμόρφωσης» για δεκάδες χιλιάδες πολιτικούς κρατούμενους κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1940 και του 1950. Λίγα χιλιόμετρα από την ηπειρωτική χώρα, βρισκόταν το νησί Ρόμπεν της Ελλάδας. Ένιωσα την ανάγκη να προσπαθήσω να ανακαλύψω τι είχε οδηγήσει στην ύπαρξη ενός τέτοιου μέρους.

Το μέρος του βιβλίου που αποτελεί εξ ολοκλήρου δημιούργημά μου είναι η πολιτικά διχασμένη οικογένεια που πρωταγωνιστεί σ’ αυτό. Ήδη από τη δεκαετία του 1930 διαφωνούν μεταξύ τους γύρω από το οικογενειακό τραπέζι για μια σειρά από ζητήματα, όπως π.χ. για την ΕΟΝ, τη μεταξική οργάνωση νέων που θυμίζει έντονα τη Χιτλερική Νεολαία. Οι οικογενειακές διαφωνίες κλιμακώνονται και βαθμιαία εξελίσσονται σε κάτι πιο επικίνδυνο. Γενικότερα, η μετάβαση από τις λεκτικές αντιπαραθέσεις μέσα σε μία οικογένεια ή μεταξύ πολιτικών στην ένοπλη σύρραξη φαίνεται πως ήταν σχετικά γρήγορη και τρομακτική.

Η Μακρόνησος, όπου μία από τις ηρωίδες μου κρατείται για αρκετούς μήνες, είναι ένας τόπος μνήμης για όσους υπέφεραν εκεί, αλλά και μια υπόμνηση ενός τεράστιου λάθους που κατέστρεψε τις ζωές πολλών ανθρώπων και στιγμάτισε τις ζωές πολλών άλλων.

Σαφώς, τα σημάδια που άφησαν εκείνα τα χρόνια πήραν πάρα πολύ χρόνο για να επουλωθούν – πολλές φορές μάλιστα δίνουν την εντύπωση πως πρόκειται για πληγές που είναι ακόμη ανοιχτές. Παρ’ όλα αυτά, πιστεύω ότι δεν είναι ποτέ λάθος να εξετάζουμε το παρελθόν, όχι απαραίτητα για να εντοπίζουμε «ποιος φταίει», αλλά να παίρνουμε διδάγματα ώστε αυτού του είδους οι φρίκες του παρελθόντος να καθοδηγούν τη διαμόρφωση ενός διαφορετικού μέλλοντος.

Ο τίτλος του βιβλίου έχει αντληθεί από το ποίημα Επιτάφιος του Γιάννη Ρίτσου, ποιητή που υπήρξε και ο ίδιος εξόριστος ενώ το έργο του είχε απαγορευτεί. Στον Επιτάφιο, μια μητέρα θρηνεί τον χαμό του γιου της, ο οποίος σκοτώθηκε σε μια εργατική διαδήλωση.

Πέρα όμως από τον θρήνο της, αναγνωρίζει και ότι:

«Όσοι αγαπιούνται, και νεκροί, ποτέ τους δεν πεθαίνουν».

Αυτός ο στίχος του ποιήματος με έκανε να στοχαστώ ότι η μνήμη προσδίδει ένα είδος αθανασίας και ότι η ανθρώπινη ικανότητα για αγάπη είναι η μόνη αληθινή μας ελπίδα. Αν τη χάσουμε, κινδυνεύουμε να χάσουμε την ίδια την ανθρωπιά μας.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

ΑΘΗΝΑ, 1941.

Στην κατοχική Ελλάδα, η δεκαπεντάχρονη Θέμις βλέπει την οικογένειά της να ταλανίζεται από βαθιές πολιτικές διαφορές. Και το χάσμα ανάμεσα σ’ αυτούς που αγαπά βαθαίνει, όσο η χώρα βυθίζεται στην ανέχεια. Καθώς η δυστυχία μεγαλώνει γύρω της, και φίλοι της χάνονται από τον μεγάλο λιμό, η Θέμις μπαίνει στην Αντίσταση.

Στον Εμφύλιο που ακολουθεί μετά την Απελευθέρωση, η Θέμις θα ενταχθεί στον Δημοκρατικό Στρατό, όπου θα βιώσει τον έρωτα, το μίσος και τον παραλογισμό του αδελφοκτόνου πολέμου. Ύστερα, θα έρθει η εξορία, στη Μακρόνησο και στο Τρίκερι. Μια άλλη κρατούμενη θα σταθεί στο πλευρό της στις κακουχίες, και οι ζωές τους θα δεθούν με τρόπο απρόβλεπτο. Ώσπου, κάποια στιγμή, η Θέμις θα πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στα πιστεύω της και στη λαχτάρα της να ζήσει…

Χρόνια μετά, καθώς αναστοχάζεται το παρελθόν της, η Θέμις συνειδητοποιεί ότι το προσωπικό και το πολιτικό, η δική της περιπέτεια και η περιπέτεια της πατρίδας της είναι άρρηκτα δεμένα. Κι ότι μπορεί κάποιες πληγές να επουλώνονται, αλλά κάποιες άλλες γίνονται πιο βαθιές στο πέρασμα του χρόνου.

Η Βικτόρια Χίσλοπ υπογράφει ένα νέο συγκλονιστικό μυθιστόρημα, το οποίο διατρέχει τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας μέσα από την επική ιστορία μιας συνηθισμένης γυναίκας, που αναγκάστηκε να ζήσει μια ασυνήθιστη ζωή.

Share Button

The Author

ΒΙΚΤΟΡΙΑ ΧΙΣΛΟΠ

H ΒΙΚΤΟΡΙΑ ΧΙΣΛΟΠ γεννήθηκε στο Λονδίνο. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στην Οξφόρδη και έχει εργαστεί στον εκδοτικό χώρο αλλά και ως δημοσιογράφος, προτού στραφεί στη συγγραφή. Αντλώντας έμπνευση από μια επίσκεψη στη Σπιναλόγκα, την εγκαταλειμμένη αποικία των λεπρών στα ανοιχτά της Κρήτης, έγραψε Το Νησί το 2005. Το βιβλίο έχει πουλήσει πάνω από 5 εκατομμύρια αντίτυπα και έχει μεταφραστεί σε 35 γλώσσες, ενώ έγινε σειρά στην ελληνική τηλεόραση το 2010. Η Βικτόρια αναδείχθηκε κορυφαία Πρωτοεμφανιζόμενη Συγγραφέας στα British Book Awards και απέσπασε πολλές διακρίσεις στη Γαλλία. Επίσης, το μυθιστόρημά της Το Νήμα μπήκε στη βραχεία λίστα των British Book Awards. Τα επόμενα βιβλία της έφτασαν στο Νο 1 της λίστας της Sunday Times. Το ΟΣΟΙ ΑΓΑΠΙΟΥΝΤΑΙ κατέλαβε κατευθείαν την πρώτη θέση στα μπεστ σέλερ της Sunday Times με το που εκδόθηκε, τον Ιούνιο του 2019. Η Βικτόρια μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα στην Αγγλία και την Ελλάδα. Μιλάει άψογα γαλλικά και ελπίζει να φτάσει στο ίδιο επίπεδο και στα ελληνικά. Πρόσφατα αναγορεύτηκε Επίτιμη Διδάκτωρ των Γραμμάτων από το Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ στη Θεσσαλονίκη.