Κάθε μικρή ή μεγάλη ελληνική πόλη, κάθε ελληνικό χωριό, είτε ανήκει σήμερα στην Ελλάδα είτε ανήκει πλέον σε κάποια γειτονική χώρα, κρύβουν συχνά τραγικές ιστορίες.
Η ιστορία, όμως, του Μελένικου και των κατοίκων του διαφέρει αρκετά από αυτή άλλων κοιτίδων του ελληνισμού που χάθηκαν για πάντα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ή που αργότερα γνώρισαν τη φρίκη της Γερμανικής Κατοχής και του Εμφυλίου. Το 1913, οι κάτοικοι του Μελένικου πήγαν κόντρα στις αποφάσεις των πολιτικών και στρατιωτικών συνθηκών και αποφάσισαν για το δικό τους πεπρωμένο.
Το Μελένικο ήταν μια πόλη απομονωμένη, κρυμμένη πίσω από απότομους ορεινούς όγκους, τόπος εξορίας βυζαντινών αρχόντων κι ευγενών… κι οι κάτοικοί του φύλαξαν τη βυζαντινή τους κληρονομιά ατόφια, μαζί με το ανυπότακτο κι επαναστατικό πνεύμα των προγόνων τους και την αγάπη τους για το καλό κόκκινο κρασί.
Αυτοί οι άνθρωποι, λοιπόν, με συντρόφεψαν για έναν χρόνο κατά τη διάρκεια της συγγραφής του νέου μου βιβλίου: η ανυπότακτη Θεοφανώ, που «ενδύθηκε» ένα νυφικό από πορφύρα, ο Νεόφυτος, ο πλούσιος έμπορος από τη Βιέννη, ο Πέτκο, ο Βούλγαρος κομιτατζής, ο Λάζαρος, ο δόκιμος μοναχός, ο Κομνηνός Λάσκαρις κι οι γιοι του.
Είναι το βιβλίο που με «παίδεψε» περισσότερο απ’ όλα μου τα βιβλία ‒ δύσκολη έρευνα, αλληλοσυγκρουόμενες πηγές, ονόματα περίεργα. Είναι όμως και το βιβλίο που μ’ έμαθε πως οι άνθρωποι πολλές φορές γίνονται ήρωες παρά τη θέλησή τους…
Για ακόμη μια φορά, οι τόποι, τα γεγονότα, οι ιστορικές συνθήκες είναι πέρα για πέρα αληθινά… μόνο τα πρόσωπα είναι προϊόν μυθοπλασίας, αλλά και πάλι, ποιος λέει πως οι ήρωές μου δεν υποδύονται ανθρώπους που έχουν ζήσει κι έχουν μαρτυρήσει;