Ανέκαθεν με έλκυαν ιστορίες που σχετίζονταν με δίδυμα, μονοζυγωτικά ή όχι. Παρακολουθούσα με μανία όποια τύχαινε να συναντήσω στο διάβα μου, τα μελετούσα προσεχτικά προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσω συγκεκριμένες συμπεριφορές, ομοιότητες και διαφορές, ενώ παράλληλα ένα κομμάτι του εαυτού μου τα αντιμετώπιζε ως όντα μαγικά και χαρισματικά, διαφορετικά και τέλεια, αυτόφωτα και αλληλένδετα μέσα σε αυτή την ιερή ένωση των δύο. Θεωρούσα δεδομένο τον τηλεπαθητικό δεσμό τους, ακόμα κι αν αυτά αναγκάζονταν λόγω συνθηκών να χωριστούν και να ζήσουν μακριά το ένα από το άλλο, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Ρόζας και της Μαργαρίτας, των δίδυμων κοριτσιών της Ηλέκτρας και του Δημήτρη, τη γέννηση των οποίων παρακολουθήσαμε ήδη στις «Άλικες Σιωπές».
Στα δύο αυτά κορίτσια λοιπόν ενσαρκώνονται στις «Κόρες της Βασίλισσας» όλα εκείνα τα μεταφυσικά χαρακτηριστικά που απέδιδα η ίδια, από παιδάκι ακόμα στα δίδυμα. Μεγαλώνουν χώρια και ύστερα από ένα σύντομο διάστημα παραμονής τους στην Ελλάδα, η Ρόζα καταλήγει στην Παιδόπολη Αγίας Ειρήνης στη Θεσσαλονίκη που είναι η πρώτη μιας σειράς Παιδοπόλεων που δημιουργεί η Βασίλισσα Φρειδερίκη για να «σώσει» τα ανταρτόπληκτα παιδιά του Εμφυλίου και η Μαργαρίτα στην Παιδόπολη της Σινάια στη Ρουμανία μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά που στέλνονται με εντολή της Κυβέρνησης του Βουνού και του Δημοκρατικού Στρατού στις Ανατολικές Δημοκρατίες. Μεγαλώνουν μακριά η μία από την άλλη, η Ρόζα μάλιστα αγνοεί παντελώς την ύπαρξη της αδερφής της, αφού ήταν βρέφη, όταν χωρίστηκαν και έκτοτε δεν υπήρξε κανείς που θα μπορούσε να της αποκαλύψει την αλήθεια, παρόλα αυτά όμως είναι σαν να μοιράζονται τα πάντα: εκεί που αρχίζει η μία τελειώνει η άλλη, εκεί που χτυπάει η Ρόζα, πονάει η Μαργαρίτα, εκεί που στεναχωριέται η Μαργαρίτα, κλαίει η Ρόζα κι εκεί που χαίρεται η Ρόζα γελάει η Μαργαρίτα. Όλες οι έντονες στιγμές βιώνονται αντιστρόφως ανάλογα, ακόμα και η πρώτη πτήση με αεροπλάνο, το πρώτο ταξίδι με τρένο, ο πρώτος οργασμός, η γέννα των παιδιών τους.
Και όλα αυτά σε ένα σκηνικό επίσης αυστηρά δυαδικό: ιστορίες γεμάτες λάμψη και νεραϊδόσκονη «ζευγαρώνουν» με τις πιο σκληρές αφηγήσεις των συμβάντων του Εμφυλίου, η Σινάια της Ρουμανίας «συναντά» τη Θεσσαλονίκη της Ελλάδας, η Βασίλισσα της Ελλάδας, Φρειδερίκη «αναμετράται» με την πατρίδα Ελλάδα ως Βασίλισσα, η αγκαλιά της μάνας «ανταγωνίζεται» τη Μεγάλη Μητέρα της χρυσοποίκιλτης κορνίζας, τα μυθικά, αιμοδιψή πλάσματα των Καρπαθίων «συγχρωτίζονται» με τους γκάγκστερ της αμερικανικής μαφίας και δύο γονείς, μια μάνα κι ένας πατέρας προσπαθούν έστω και καθυστερημένα, έστω και ανακόλουθα να ανακτήσουν όσα έχουν χάσει: τη θέση τους σε αυτόν τον κόσμο, τις κόρες τους στην αγκαλιά τους, το δικαίωμα τους στην αγάπη, στην πίστη, στην οικογένεια, στο αύριο.