Παρασκευή 1η Μαΐου 2020
Αγαπημένοι μου αναγνώστες,
εσείς κι εγώ έχουμε πάντα μια μικρή κουβεντούλα πριν ξεκινήσετε το ταξίδι σας στην περιπέτεια ανάγνωσης ενός βιβλίου μου. Το καλοκαίρι του 2019 ήταν η πρώτη φορά που δεν ήρθα στο ραντεβού μου μαζί σας από τότε που κυκλοφόρησε το πρώτο μου μυθιστόρημα το 1997. Ούτε φέτος είχα σκοπό να γράψω, επιθυμούσα να κάνω ένα μεγάλο «time out» από τον χώρο. Οι λόγοι δεν αφορούσαν την έμπνευσή μου (υπάρχουν στα αρχεία μου τουλάχιστον άλλοι πέντε «σκελετοί» μυθιστορημάτων), αλλά τη διάθεσή μου να βρίσκομαι στον χώρο, νιώθοντας πως ήταν πλέον εχθρικός. Φυσικά δεν αναφέρομαι στους αναγνώστες που με αγαπούν και με στηρίζουν, αναφέρομαι σε καταστάσεις, που άλλες είναι γνωστές, άλλες είναι παντελώς άγνωστες στο πλατύ κοινό και αφορούν πράγματα που δεν επικροτώ. Συνήθως, όταν πρόκειται να κυκλοφορήσει νέο μου βιβλίο καλοκαίρι, η παράδοσή του πρέπει να γίνεται το πολύ μέχρι τέλη Χριστουγέννων, ώστε να προλάβει να γίνει η επιμέλειά του από τη μόνιμη συνεργάτιδά μου, επιμελήτρια Μαρία Μπανούση και για να πάρει τη σειρά του. Και εφόσον εγώ μέχρι τέλος του 2019 δεν είχα ασχοληθεί με τη συγγραφή, γνώριζε τόσο η ίδια όσο και οι Εκδόσεις Ψυχογιός πως ούτε φέτος θα παραδώσω κάποιο νέο έργο.
Ειλικρινά δε με ενδιέφερε να μπω στη διαδικασία να βρεθώ και πάλι στα εκδοτικά δρώμενα, με όλο αυτόν τον ανταγωνισμό και τις υποχρεώσεις που συνεπάγονται πριν από και μετά την έκδοση ενός βιβλίου. Προτιμούσα να απολαμβάνω τη γαλήνη και ηρεμία μου και να διοχετεύω την ενέργειά μου σε άλλα πράγματα, που μπορεί να μην ήταν τόσο δημιουργικά, ήταν όμως χαλαρωτικά και ευχάριστα.
Πέρασα μια θαυμάσια αλλαγή χρόνου με φίλους και είχα χρόνια να νιώσω τόσο καλά. Η πρώτη μέρα του 2020 με βρήκε σε πολύ καλή διάθεση σκεπτόμενη ότι η νέα χρονιά θα ήταν θαυμάσια.
Πού να ήξερα…
Όλα έβαιναν καλώς κι εγώ ήδη έκανα σχέδια να πάω τον Μάιο στην Ιρλανδία και τη Σκοτία, δύο χώρες που για κάποιον περίεργο λόγο ενώ με έλκουν ιδιαίτερα, δεν έτυχε να επισκεφθώ και παράλληλα έκανα σχέδια για το Πάσχα.
Πού να ήξερα…
Τέλη Ιανουαρίου έφυγα για τη γενέτειρά μου τις Σέρρες, είχα το ετήσιο μνημόσυνο της μητέρας μου, έχοντας σκοπό να παραμείνω εκεί για κάποιο μικρό διάστημα πριν φύγω για Πάσχα στο νησί. Και ξαφνικά, τα πάνω ήρθαν κάτω, όχι μόνο για μένα, αλλά για ολόκληρη τη γη. Στην αρχή δε θορυβήθηκα, πίστεψα πως ο ιός covid-19 αφορά την Κίνα, μια συγκεκριμένη πόλη, πολύ μακριά από την Ελλάδα. Η σοβαρότητα της κατάστασης έγινε αντιληπτή όταν επλήγη η γείτονα Ιταλία. Παρότι στο βιβλίο μου Οι Αγγελιαφόροι του Πεπρωμένου, επιστημονικής φαντασίας, μιλώ για μια παρόμοια κατάσταση στον πλανήτη, ποτέ δεν περίμενα ότι θα τη ζήσω, ήταν κάτι που αφορούσε το πολύ μακρινό μέλλον. Στην παρούσα φάση που γράφω τον πρόλογο αυτό, αναμένεται η άρση των περιοριστικών μέτρων μετά από σαράντα μέρες και δε γνωρίζουμε αν θα είναι μόνιμη, προσωρινή ή επαναλαμβανόμενη, κινούμαστε δίχως πανιά σε ταραγμένη θάλασσα, ψάχνουμε για κουπιά.
Όταν ξεκίνησε η καραντίνα, αποκλείστηκα στις Σέρρες και περιορίστηκα όπως όλοι στο σπίτι, ολομόναχη. Το τελευταίο δε μου είναι δύσκολο, αποτελεί καθημερινότητά μου πολλά χρόνια τώρα, είναι επιλογή μου, μου αρέσει. Όμως δεν έχω μάθει να κάθομαι χωρίς να κάνω τίποτε, είναι το χειρότερό μου. Έπρεπε όλη η ενέργειά μου να διοχετευτεί κάπου, διαφορετικά θα τρελαινόμουν. Η μόνη διέξοδος, πέρα από διάβασμα, κάποια ταινία, ήταν η συγγραφή. Δεν είχα κάτι καλό να διαβάσω, άνοιξα τα κιτάπια μου, αρχικά, να βάλω μια τάξη και βρέθηκα μπροστά στο παρόν βιβλίο που είχα ξεκινήσει παλιά, έχοντας γράψει μόνο 25 σελίδες. Ο λόγος ήταν πως στο μεταξύ είχα εμπνευστεί Το Κελάρι της Ντροπής, που με συνεπήρε και ήθελα να συνεχίσω με εκείνο. Με το που το ολοκλήρωσα, είχα ήδη συλλάβει την ιδέα για Το Μάτι του Βοριά, ακολούθησαν Οι Δαίμονες δεν Έχουν Όνομα, Οι Πολυθρόνες των Δράκων, μεταφέρθηκαν και επανεκδόθηκαν όλα τα παλαιότερα βιβλία μου από τον προηγούμενο εκδοτικό μου στις Εκδόσεις Ψυχογιός κι εκεί, αποφάσισα να σταματήσω τη συγγραφή και να της γυρίσω την πλάτη. Καθώς φαίνεται όμως εκείνη δε μου θύμωσε. Κι έτσι, όταν όλα μου τα σχέδια για μελλοντικές μετακινήσεις ματαιώθηκαν λόγω καραντίνας, αποφάσισα να εκμεταλλευτώ τον ελεύθερο χρόνο που είχα άπλετο και να προχωρήσω με ένα από τα πέντε μυθιστορήματα που υπήρχαν στα αρχεία μου.
Το Ραγισμένο Είδωλο δεν ήταν η αρχική μου επιλογή, προτιμούσα να ασχοληθώ με το αστυνομικό με τίτλο Το Παιχνίδι του Νάνου ή το Τραγούδι της Νεκρής. Όμως και τα δύο είχαν μεγάλο βαθμό δυσκολίας και εγώ δεν είχα διάθεση να κουράσω πολύ το μυαλό μου και ούτε είχα σκοπό να ολοκληρώσω κάποιο προς έκδοση, απλά ήθελα να περάσει πιο δημιουργικά η ώρα μου. Έτσι επέλεξα το Ραγισμένο Είδωλο, ήταν το πιο εύκολο. Το βιβλίο αυτό έχει μια περίεργη ιστορία. Εκείνο τον χειμώνα του 2012 με είχε καλέσει ο γνωστός ηθοποιός και φίλος Στράτος Τζώρτζογλου να παρακολουθήσω στη θεατρική σκηνή του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης το έργο Είσαι σκοπός και γύρω σου χορεύουν τσοπανόσκυλα όπου πρωταγωνιστούσε ερμηνεύοντας τον ρόλο ενός περιθωριοποιημένου, underground ήρωα, που σαν αυτοβιογραφικό φάντασμα αναφέρεται σε όλα αυτά που στοιχειώνουν και αποτυπώνουν την Ελλάδα της ενοχής που χάνεται. Καθόμουν στην πρώτη σειρά και η απόσταση από την ισόγεια σκηνή, έτσι όπως ήταν διαμορφωμένος ο χώρος, ήταν ελάχιστη, τον είχα ακριβώς απέναντί μου και μπορούσα να δω κάθε έκφραση του παραμορφωμένου σχεδόν από το μακιγιάζ προσώπου του. Εντυπωσιασμένη από την ερμηνεία του που πήγαινε κόντρα στην εξωτερική του εμφάνιση, γεννήθηκε στον νου μου ο δικός μου ήρωας, ένας κινηματογραφικός ηθοποιός. Μέχρι να τελειώσει το έργο, είχα γράψει στη γραφομηχανή του μυαλού μου το βιβλίο αυτό. Όταν μετά την παράσταση του είπα τι μου συνέβη εξαιτίας του, μαζί και την υπόθεση, του άρεσε πολύ. Του έδωσα τον λόγο μου πως όταν θα το ολοκλήρωνα, θα του το αφιέρωνα, γιατί εκείνος με ενέπνευσε. Ξεκίνησα την ιστορία, έγραψα κάποιες σελίδες και μετά, όπως σας ανέφερα, σταμάτησα γιατί ήθελα να συνεχίσω με άλλη υπόθεση, που ήδη είχα εμπνευστεί και έβρισκα πιο ενδιαφέρουσα μια και αφορούσε ένα ζήτημα ταμπού, για το οποίο δε μιλούσε κανείς.
Πέρασαν τα χρόνια, προφανώς το ξέχασε. Εγώ όμως δεν ξέχασα τον λόγο μου. Αρχικά είχα δώσει στον ήρωά μου το δικό του όνομα, Στράτος, όμως μετά αποφάσισα να τον ονομάσω Βίκτορα, το επέλεξα για άλλους λόγους. Όπως και να έχει, δεν αλλάζει το γεγονός πως ο Βίκτορας «συνελήφθη» εξαιτίας του Στράτου. Αν εκείνο το βράδυ δεν έβλεπα την παράσταση, δε θα είχε «γεννηθεί» ποτέ. Οπότε του το χρωστούσα. Κι ενώ στην προ ετών σύλληψή του, ο ήρωάς μου, μου φαινόταν λίγο αδιάφορος, ότι δεν είχε πολλά να μου πει, ξαφνικά και όσο προχωρούσα τη συγγραφή θέριευε, γιγάντωνε και η πορεία της ζωής του και όσων τον περιτριγύριζαν άλλαξε καθολικά, απέκτησε μεγάλο ενδιαφέρον, προστέθηκαν νέοι ήρωες και γεγονότα, έτσι απρόσμενα δημιουργήθηκε ένα συγγραφικό τσουνάμι που παρέσυρε κάθε σωματική και πνευματική μου αντίσταση να μην ολοκληρώσω την ιστορία.
Ήταν πλέον αδύνατον να σταματήσω τη ροή, ήμουν κι εγώ περίεργη να δω τις εξελίξεις, δεν τις γνώριζα, απλά ακολουθούσα τα βήματα του Βίκτορα και κατέγραφα τις πράξεις του. Κινηματογραφικός ο ήρωάς μου, κινηματογραφική και η ζωή του. Παράλληλα έπρεπε να κάνω μια μικρή έρευνα για τον Ελληνικό κινηματογράφο. Δε μου ήταν και τόσο δύσκολο, ήξερα κάποια πράγματα, μέσα σε ένα σινεμά μεγάλωσα, ήμουν εξοικειωμένη από παιδάκι και είμαι λάτρης του.
Το βιβλίο ολοκληρώθηκε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Όσοι παρακολουθούσαν τις αναρτήσεις στο facebook έβλεπαν μέσα από την καθημερινή ενημέρωση την εξέλιξη του βιβλίου και την ταχύτητα που έγραφα. Για να είμαι ειλικρινής, ούτε κι εγώ περίμενα να γραφτεί τόσο γρήγορα. Για μένα, στη συγγραφή ενός βιβλίου, δεν παίζει ρόλο πόσο διάστημα χρειάζεται να το συγγράψεις, αλλά πόσο σωστά δομημένο είναι. Από όλες τις πλευρές. Κανείς δεν μπορεί να με κατηγορήσει για συγγραφή «γονάτου», αρνούμαι να παραδώσω βιβλίο με σκοπό καθαρά το κέρδος, δεν το έκανα ούτε θα το κάνω ποτέ. Μέσα σε κάθε βιβλίο, καταθέτω όλη μου την ενέργεια μαζί με την ψυχή μου και οι αναγνώστες το εισπράττουν και μου το λένε. Αναφέρομαι σ’ αυτό επειδή έχω κατηγορηθεί για την ταχύτητα ολοκλήρωσης ενός βιβλίου, άρα προχειρότητα. Όσοι πιστεύουν πως όσο πιο αργά γράφει ένας συγγραφέας τόσο πιο ταλαντούχος είναι και σοβαρό το έργο του, απατώνται οικτρά. Για μένα ο δημιουργός του απλά δεν μπορεί να συγγράψει με ευκολία (εκτός αν κάνει κάποια έρευνα, για παράδειγμα, ιστορική, πολιτική, βιογραφική κ.λπ.) και ούτε σημαίνει απόλυτα πως μας παραδίδει αξιόλογο έργο. Οι αργοί ρυθμοί συγγραφής ανήκουν στο παρελθόν, οι ταχύτητες πλέον είναι γρήγορες, ο ανταγωνισμός τεράστιος κι όσοι δεν μπορούν να ακολουθήσουν ρυθμούς ταχυτήτων μαζί με άρτιο αποτέλεσμα, το πρόβλημα είναι δικό τους, όχι εκείνων που μπορούν να το κάνουν, πολύ περισσότερο όταν έχουν και μια ελαφριά δυσλεξία όπως εγώ. Αυτό δεν το έχω πει ποτέ, το αναφέρω πρώτη φορά, το θεωρούσα μείον και ήταν λάθος μου, μπορεί τελικά να είναι προσόν. Υπάρχουν πολλά που αγνοείτε για μένα.
Επανέρχομαι.
Ολοκληρώνοντας το παρόν βιβλίο, η καραντίνα εξακολουθούσε να υφίσταται, όμως εγώ είχα πάρει φόρα. Τότε πήρα την απόφαση να συνεχίσω με Το Παιχνίδι του Νάνου, το αστυνομικό, είδος που καθώς μου λένε οι αναγνώστες, μου πάει και τους ευχαριστώ. Είχα γράψει περίπου 80 σελίδες και το είχα σταματήσει, γιατί όπως προανέφερα είχε μεγάλο βαθμό δυσκολίας και το θέμα του ήταν περίεργο και πολύπλοκο, με έρευνα σε πολλούς τομείς που δεν είχα γνώσεις. Τώρα όμως είχα διάθεση και τον χρόνο να το συνεχίσω και να ερευνήσω. Άρχισα να γράφω κάθε μέρα, με τις ώρες, όπως έκανα και στο προηγούμενο, μόνο που αυτό προχωρούσε πολύ πιο αργά, με παύσεις και με ολονύκτιες σκέψεις πώς θα προχωρήσω, έπεφτα σε λακκούβες, διέγραφα κείμενα, διόρθωνα, το βιβλίο είχε γίνει μπερδεμένο κουβάρι. Είχα όμως συνεργό τον χρόνο, όλο δικό μου. Παρότι με παίδεψε αρκετά, ολοκληρώθηκε κι αυτό λίγο πριν από την τελική λήξη της καραντίνας και στην παρούσα φάση έχει μείνει το λεγόμενο «χτένισμά» του, δηλαδή πάλι από την αρχή να προσθέτω, να αλλάζω, να διορθώνω και να βάζω το καθετί, δίχως κόμπους, στη θέση του και φυσικά να επιμεληθεί κι αυτό από τη Μαρία. Κι επειδή ένιωθα πλέον τεράστια σωματική κούραση και πνευματική εξάντληση, είπα θα το κάνω αργότερα, να καθαρίσει πρώτα το μυαλό μου. Όμως για να μην κάθομαι, έγραψα νέα παιδικά παραμυθάκια, ήδη τα δύο, Φέλγκα η Πυγολαμπίδα και Τα Μπισκοτάκια που ζωντάνεψαν, εικονογραφούνται, παράλληλα διόρθωσα και συμπλήρωσα κείμενα σε τρία θεατρικά έργα που είχα ήδη γράψει και ξεκίνησα να γράφω τη διασκευή σειράς παραμυθιού Το Βασίλειο των Χρυσομελισσών σε θεατρικό. Τελειώνοντας με όλη τη συγγραφική εργασία που έλαβε μέρος στο διάστημα του κατ’ οίκον εγκλεισμού μου, όπου ζήτημα ήταν αν βγήκα πέντε φορές, θα ήταν άτοπο να μην αναφερθώ στο πιο φλέγον θέμα της επικαιρότητας. Του κορονοϊού ή covid-19, όπως και να το πεις είναι σωστό.
Ό,τι και να πω είναι πολύ λίγο μπροστά στον φόβο και στην ανασφάλεια που βιώνουμε όλοι μας, όταν δε γνωρίζουμε, αν αύριο θα νοσήσουμε ή αν θα ζούμε, όχι μόνο εμείς αλλά και οι άνθρωποι που αγαπάμε και νοιαζόμαστε και οι δίπλα μας. Ο εχθρός μοιάζει με κάποιον που είναι αόρατος και κρατώντας μυδραλιοβόλο, πυροβολεί στα τυφλά. Στέκεται δίπλα σου ή σε προσπερνάει ή βαδίζει πίσω σου ή σε παρατηρεί ή σε αγνοεί ή σε φλερτάρει ή απαξιοί να σε πλησιάσει. Όμως εσύ δεν τον βλέπεις. Και μετά σηκώνει το φονικό του όπλο και πυροβολεί όποιον λάχει. Δεν τον ενδιαφέρει αν είναι παιδί, νέος, γέρος, πλούσιος, φτωχός, μορφωμένος, αμόρφωτος, καλός, κακός, δεν τον ενδιαφέρει αν αφήνει πίσω του ορφανά. Όλα αυτά δεν τον απασχολούν. Η μόνη άμυνά μας απέναντί του είναι η προφύλαξη, οι αποστάσεις από άλλους, έχει μια απέχθεια σε χλωρίνες, αντισηπτικά, απολυμαντικά γενικότερα. Δεν του αρέσει η καθαριότητα και λατρεύει τα πλήθη και ιδιαίτερα όταν συνωστίζονται, εκεί το γλεντάει. Είναι ό,τι πιο ύπουλο υπήρξε ποτέ πάνω στον πλανήτη, ένα αδηφάγο τέρας, δίχως έλεος. Και το χειρότερο όλων; Κανείς δε γνωρίζει αν έχει διάθεση να αποσυρθεί από τη ζωή μας.
Ακριβώς επειδή τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά, οφείλουμε όλοι απέναντι στον εαυτό μας και στους άλλους να είμαστε προσεκτικοί και επιφυλακτικοί. Οδηγός μας; Οι επίσημες κρατικές ανακοινώσεις, η πειθαρχία, η ενημέρωση, η καθαριότητα και κυρίως η προφύλαξη από τις μάζες. Μέχρι τη στιγμή που γράφω όλα αυτά, δεν υπάρχει ουδεμία επίσημη ιατρική ανακοίνωση που να μας δίνει άλλες λύσεις. Εύχομαι μέχρι την έκδοση του βιβλίου να έχει βρεθεί κάποια φαρμακευτική αγωγή που θα έχει αποτέλεσμα. Σίγουρα, αν αυτό συνεχιστεί επί μακρόν, θα υπάρξουν οικονομικές συνέπειες και καταρρεύσεις κάποιων δομών που στήριζαν την καθημερινότητά μας, ίσως γίνουν καθολικές αλλαγές στον τρόπο επιβίωσης των περισσότερων, ίσως τίποτα πια να μην είναι το ίδιο όπως και στο βιβλίο μου Οι Αγγελιαφόροι του Πεπρωμένου (αποτελεί συνέχεια του βιβλίου μου Το Σταυροδρόμι των Ψυχών). Δε θέλω να μιλήσω για όλα όσα σκέφτομαι, δε θέλω να γίνομαι απαισιόδοξη, ποτέ δεν έβλεπα το ποτήρι μισοάδειο, είμαι από τη φύση μου αισιόδοξο άτομο και πιστεύω στις εναλλακτικές λύσεις. Για μένα δεν υπάρχει πρόβλημα δίχως λύση, αυτό μου έμαθαν τα μαθηματικά, γιατί αν δεν υπάρχει λύση, σημαίνει πως δεν υπάρχει και πρόβλημα. Εκείνο που σίγουρα υπήρξε η μεγαλύτερη έκπληξη και το πιο παρήγορο ήταν η απρόσμενη ελληνική πειθαρχία, που έκανε όλους τους τάχα πειθαρχημένους λαούς να μας το αναγνωρίσουν. Είχαμε τα λιγότερα θύματα παγκοσμίως. Αυτό σημαίνει τάχα πως ο Έλληνας είναι:
– Συκοφαντημένος;
– Οφείλεται στην κρατική ικανότητα;
– Αγαπάει τη ζωή πιο πολύ από τους άλλους;
– Είναι ιδιαίτερα έξυπνος;
– Είναι μαθημένος στα δύσκολα;
– Έχει μεγάλες αντοχές;
– Έχει αντίληψη της κατάστασης;
– Κάτι άλλο;
Δε γνωρίζω, όμως αν κατόρθωσε αυτό, σημαίνει ότι μπορεί να κατορθώσει πολύ περισσότερα από όσα πιστεύει πως μπορεί να πετύχει.
Εύχομαι όλα να γίνουν σύντομα μια μακρινή ανάμνηση που θα αφήσει πίσω της μαθήματα ανθρωπιάς, θάρρους κι ευγνωμοσύνης για τη ζωή. Γιατί τίποτα δεν είναι δεδομένο.
Εγώ σας εύχομαι καλή ανάγνωση και θα περιμένω όπως πάντα τις κριτικές σας στο facebook.
Στην επίσημη σελίδα μου
ΕΔΩ: facebook.com/Chrysiida.Dimoulidou
Στο προφίλ μου
ΕΔΩ: facebook.com/chrysiidad
Στην κλειστή ομάδα μου
ΕΔΩ: facebook.com/groups/1968633403155998
Στο email μου
ΕΔΩ: dimoulidouch@ath.gorthnet.gr
Χρυσηίδα Δημουλίδου