Στην αρχή ήταν αναγνώστρια… Μετά έγινε φίλη χωρίς την προϋπόθεση μια συμβατής ηλικίας. Η Θάλεια Ψαρρά θα μπορούσε να ήταν κόρη μου, αλλά ποτέ δεν κατόρθωσα να την δω και να την αντιμετωπίσω σαν «μικρή». Ίσως γιατί οι πράξεις και οι απόψεις της ήταν πάντα μεγαλύτερες από την ηλικία της. Και για να επιβεβαιώσει το ρητό: « Μ’ όποιον δάσκαλο καθίσεις…» κάθισε και έγραψε… Με συνέπεια… Με αγάπη… με πάθος, υπομονή και επιμονή… Τα λαβωμένα σ’ αγαπώ, τα διάβασα αφού τα ολοκλήρωσε για ευνόητους λόγους. Δεν ήθελα ούτε στο ελάχιστο να την επηρεάσω και παράλληλα επιθυμούσα να προσμετρήσω τις ικανότητές της. Καταπιάστηκε με κάτι δύσκολο και έγραψε ένα βιβλίο που μόνο αρχάρια δεν θυμίζει. Συναρπαστική υπόθεση, όμορφες περιγραφές, δουλεμένοι χαρακτήρες, με συνέπεια στην εξέλιξη τους. Ζωντανοί διάλογοι, σκηνές που με συγκίνησαν. Δεν το κρύβω ότι καμαρώνω για εκείνη. Δεν θα κρύψω ότι το μάτι μου και το χέρι μου θα είναι πάντα πάνω της γιατί νιώθω ότι έχει να δώσει μια καλή συνέχεια….
![]() |
Μια μαχαιριά κι ένα παρ’ ολίγον φονικό κάνουν τη φλόγα της εκδίκησης να σιγοκαίει ανάμεσα στις οικογένειες των Βενιέρηδων και των Αρχοντάκηδων. Χρόνια μετά, ένας όρκος και ένας χρησμός όρισαν πως το σμίξιμο του Τζάκου Βενιέρη και της Εριφύλης Αρχοντάκη θα σήμαινε την καταστροφή. Η μοίρα, ωστόσο, επιλέγει να μη λογαριάζει φραγμούς. Ο έρωτάς τους ορμά σαν ανεξέλεγκτη θύελλα, για να φουντώσει τη φωτιά της βεντέτας που για χρόνια προσπαθούσαν οι δυο οικογένειες να κρατήσουν σβηστή. Οι δρόμοι του Τζάκου και της Εριφύλης χωρίζουν και τα εμπόδια που ορθώνονται μπροστά τους ποτίζονται με το αίμα αγαπημένων τους ανθρώπων.
Τι γίνεται όμως όταν η καρδιά επιμένει να χτυπά εκεί όπου της απαγορεύουν;
Ένα μυθιστόρημα πλημμυρισμένο με το άρωμα των βουνών της Κρήτης του παρελθόντος. Η ιστορία δύο ανθρώπων που για χάρη της αγάπης καλούνται να υπερβούν τον εαυτό τους, για ν’ αντιμετωπίσουν τον αυστηρό κώδικα τιμής που στοιχειώνει τρεις ολόκληρες γενιές.