Η συγγραφή της Σιωπής της Σεχραζάτ είναι μυθιστόρημα από μόνη της

Share Button

Όντας γέννημα θρέμμα της Κωνσταντινούπολης, το ενδιαφέρον μου για τη Σμύρνη ήταν περιορισμένο και επιφανειακό. Ώσπου την επισκέφθηκα για να διδάξω ένα σεμινάριο γιόγκα. Ήταν άνοιξη. Αμυγδαλιές και κερασιές άνθιζαν παντού. Μετά το μάθημα φόρεσα τα ακουστικά μου κι έκανα έναν περίπατο στο φημισμένο «Κορδόνι» της Σμύρνης. Νέοι άνθρωποι ξάπλωναν στο γρασίδι, κορίτσια χασκογελούσαν μεταξύ τους, άλλοι κάθονταν τεμπέλικα στα καφενεία ακούγοντας μουσική, κάτι τσιγγάνες έλεγαν τη μοίρα στα παγκάκια μπροστά στη θάλασσα, τη θάλασσα με το βαθύ μπλε χρώμα. Στον ουρανό ούτε ένα σύννεφο.

Ξαφνικά ακούω από τα ακουστικά μου ένα τραγούδι: Μένω εκτός. Σταματάω. Από τα μάτια μου τρέχουν δάκρυα. Κοιτάζω γύρω μου τους χαρούμενους ανθρώπους και προσπαθώ να καταλάβω τι συνέβη και η καρδιά μου πλημμύρισε λύπη. Ήταν τόσο παράξενο… Θαρρείς και με το τραγούδι μια μελαγχολία άρχισε να αναδύεται από το χώμα. Κάθισα σ’ ένα παγκάκι και άφησα τα δάκρυά μου να τρέχουν.

Το χώμα λοιπόν είχε πόνο βαθιά μέσα του;

Κι όμως, όταν άρχισα να γράφω το νέο μου μυθιστόρημα, δε σκεφτόμουν τη Σμύρνη. Ένα ιστορικό μυθιστόρημα ήταν το τελευταίο πράγμα που είχα κατά νου. Αυτό, όμως, μπορεί να είναι ένα από τα παράξενα για τον συγγραφέα: ποτέ δεν ξέρεις πού θα σε βγάλει. Καταστρώνεις κεφάλαια και πλοκή, κι ένας καινούργιος ήρωας ξεφυτρώνει από το πουθενά. Ακόμα κι όταν προσπαθείς να μην τον ακολουθήσεις, αυτός σε επισκέπτεται στα όνειρά σου ώσπου να του επιτρέψεις να καθοδηγήσει την πένα σου.

Έτσι ήρθε η Σεχραζάτ στη ζωή μου. Ήταν μια μακρινή θεία σ’ ένα άλλο μυθιστόρημα πάνω στο οποίο δούλευα. Μια γριά θεία που ζούσε σ’ ένα ετοιμόρροπο σπίτι στη Σμύρνη. Ήταν μουγγή, και κανένας δεν ήξερε την ηλικία της. Κάποια ιστορία έκρυβε.

«Ακολουθώντας» τη Σεχραζάτ, βρέθηκα σ’ έναν άγνωστο για μένα κόσμο. Έναν όμορφο, χαριτωμένο, αρμονικό κόσμο, με διαφορετικά έθνη και θρησκείες να συμβιώνουν στις γειτονιές του, περήφανοι πολίτες του εύρωστου λιμανιού, της κοσμοπολίτικης Σμύρνης. Σ’ αυτό το λιμάνι «είδα» καφενεία, τριαντάφυλλα, ωραίες γυναίκες στα μεταξωτά, γέρους με τις πίπες τους κάτω από τα κυπαρίσσια, ανθρώπους που ήξεραν από τέχνη και λογοτεχνία, που ζούσαν τη ζωή τους με χαρά και ευγνωμοσύνη. Ανθρώπους που μιλούσαν τουλάχιστον τρεις γλώσσες και που τα ονόματα των δρόμων τους ήταν γραμμένα σε τρεις διαφορετικές αλφαβήτους.

Γοητεύτηκα από την ανακάλυψή μου. Ήθελα κι εγώ να ζήσω στον κόσμο αυτό. Ήθελα να είμαι παιδί στην παλιά τη Σμύρνη, να κολυμπήσω στα τουρκουάζ νερά της, να παίζω σκοινάκι με τις φίλες μου τα απογεύματα στη μικρή πλατεία. Ήθελα να κάνω έρωτα στις ερημικές της παραλίες και να τρώω κατιμερινά, να χορεύω με τους αριστοκράτες στις χοροεσπερίδες στους κήπους του Μπουρναμπάτ. Όσο περισσότερο αισθανόμουν την ανάγκη να συμμετάσχω σ’ αυτό τον κόσμο, τόσο πιο πολύ έγραφα. Καθώς μόνο μέσα στη φαντασία μου μπορούσα να ικανοποιήσω αυτή μου την επιθυμία. Κι έτσι, ανακατασκεύασα την παλιά Σμύρνη στο χαρτί. Στα όνειρά μου περπάτησα στους δρόμους της, μπήκα στα σπίτια και στα μεγάλα της ξενοδοχεία.

Ύστερα ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσω το αδυσώπητο τέλος: έπρεπε να καταστρέψω αυτό το κοσμοπολίτικο στοιχείο, να σκοτώσω τους ήρωές μου. Επειδή αυτό υπαγόρευε η ιστορία. Τότε κατάλαβα γιατί το χώμα της Σμύρνης αναδίνει λύπη ακόμα και σήμερα. Είναι ο πόνος των ανθρώπων που πέθαναν εκεί ή εγκατέλειψαν τα σπίτια και τους αγαπημένους τους.

Όταν χρειάστηκε να μιλήσω για την απώλεια, οι ήρωές μου άρχισαν να μιλούν όλοι μαζί. Καθένας ήθελε να μου πει τη δική του ιστορία για την καταστροφή της αγαπημένης Σμύρνης, για τον πόλεμο και τις πολιτικές που θέρισαν λατρεμένες ζωές και εξαφάνισαν την αρμονία. Τα δάχτυλά μου κουράζονταν να καταγράφουν τα όσα μου έλεγαν. Κι αυτοί συνέχιζαν να μιλούν… Άλλοτε, πάλι, απλώς καθόμουν κι έκλαιγα.

Και ω του θαύματος! Καθώς το κουβάρι της ιστορίας ξετυλιγόταν, η Σεχραζάτ ζωντάνεψε. Ήρθε η ώρα να μοιραστώ τον κόσμο της μαζί σας.

Share Button

The Author

Δάφνη Σούμαν

Η ΔΑΦΝΗ ΣΟΥΜΑΝ γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Είναι κοινωνιολόγος, συγγραφέας και καθηγήτρια γιόγκα, ενώ έχει αρθρογραφήσει εκτενώς πάνω σε θέματα πνευματικότητας, Ιστορίας και ψυχολογίας. Λατρεύει τα βιβλία και γράφει από παιδί. Ταξιδεύει συνέχεια, αντλώντας έμπνευση από τις χώρες που επισκέπτεται και τους ανθρώπους που γνωρίζει. Ζει πλέον μόνιμα στην Αθήνα, είναι παντρεμένη με Έλληνα, και μαζί εργάζονται συνεχώς για την ανάπτυξη δεσμών φιλίας και πολιτισμού μεταξύ των δύο χωρών. Το μυθιστόρημα Η ΣΙΩΠΗ ΤΗΣ ΣΕΧΡΑΖΑΤ είναι το πρώτο που μεταφράζεται στα ελληνικά.