Αυτές τις μέρες, λόγω κορονοϊού, έχω περιορίσει τις κοινωνικές μου επαφές στο ελάχιστο και βγαίνω μόνον για την καθιερωμένη καθημερινή βόλτα των 2 χιλιομέτρων. Κοιτάζω με έκπληξη τις επιδρομές που γίνονται στα σουπερμάρκετ, βλέπω ανθρώπους να κυκλοφορούν με μάσκες, και αντιλαμβάνομαι ότι γύρω μας έχει δημιουργηθεί πανικός. Όποιο ραδιοφωνικό σταθμό ειδήσεων και να βάλω, μέσα σε ένα λεπτό το πολύ, θα ακουστεί η λέξη «κορονοϊός». Το ίδιο ισχύει για όλα τα ΜΜΕ (Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης), καθώς και για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όσο σοβαρό και αν είναι το πρόβλημα, έχω την εντύπωση ότι με όλα αυτά το ενισχύουμε.
Υπάρχει όμως και το άλλο άκρο που είναι ο… Ελληνάρας. Καλό θα ήταν αυτές τις μέρες, να έχουμε τον νου μας και να τηρούμε κάποια μέτρα ασφαλείας. Ωστόσο, υπάρχει ένα ποσοστό του πληθυσμού που δε δίνει καμία σημασία και δε λαμβάνει κανένα μέτρο προστασίας. Τα πρώτα δείγματα κοινωνικής αναισθησίας τα είδαμε στα καρναβάλια. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που, αυτές τις μέρες, κυκλοφορούν σε καφετέριες, σε παραλίες, μέχρι και σε συναυλίες χωρίς να ενδιαφέρονται αν θα «κολλήσουν» κάποιον ή αν θα «κολλήσουν» κάτι από κάποιον. Άσε που έγινε και μια συγκέντρωση από μία οργάνωση… κατά των μέτρων προστασίας!
Όμως, εμένα με απασχολεί κάτι διαφορετικό: φοβάμαι μήπως αυτή η αυξημένη συχνότητα, με την οποία δεχόμαστε μηνύματα για τον κορονοϊό, οδηγήσει σε κορεσμό. Τι θα πει αυτό; Θα πει ότι από ένα σημείο και πέρα, θα έχουμε συνηθίσει το ερέθισμα και δε θα μας κάνει αίσθηση. Οι κάτοικοι του Λονδίνου, μέχρι και τους καθημερινούς βομβαρδισμούς του 1941 είχαν συνηθίσει. Αν συνεχιστεί αυτό, και καθημερινά βομβαρδιζόμαστε από τις ίδιες ειδήσεις, έπειτα από λίγες μέρες θα έχουμε κουραστεί και, ίσως, τα μέτρα που παίρνουμε να χαλαρώσουν. Τότε είναι που ο ιός γίνεται επικίνδυνος.
Έχουμε, λοιπόν, ευθύνη να προστατευτούμε από αυτού του είδους τον εθισμό: να είμαστε εκλεκτικοί στον χρόνο που αφιερώνουμε στα ΜΜΕ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όσο περισσότερο εκτίθεσαι σε συνεχώς επαναλαμβανόμενες ειδήσεις και συμβουλές, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να εθιστείς και να φτάσεις σε ένα σημείο που λες ένα «δε βαριέσαι, αδελφέ», και γίνεσαι εν αγνοία σου φορέας.