Κάτι που δεν είναι ευρέως γνωστό, καθώς αποτελεί μια πτυχή της ελληνικής μεταναστευτικής ιστορίας άγνωστη μέχρι σήμερα τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Γαλλία, είναι ότι από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα μεγάλος αριθμός Ελλήνων της Δωδεκανήσου αλλά και προσφύγων της Μικράς Ασίας, συμπεριλαμβανομένων και των Αρμενίων, αναγκάζεται να εγκαταλείψει την πατρίδα του και να εργαστεί κάτω από δύσκολες και επικίνδυνες συνθήκες στις αλυκές της περιοχής Καμάργκ, στο Δέλτα του Ροδανού, στη νότια Γαλλία. Επρόκειτο για μια εξορία ανάμεσα στο αλάτι και στη θάλασσα. Η ιστορία αυτών των ανθρώπων, οι λεπτομέρειες της εγκατάστασής τους, η δύσκολη καθημερινότητα και οι προσδοκίες που τους έτρεφαν με συγκίνησαν και, παρόλο που η έρευνα που απαιτήθηκε ήταν δύσκολη και μακρόχρονη, μια και δεν υπήρχε σχετική βιβλιογραφία στην Ελλάδα, άξιζε τον κόπο για όσα μου πρόσφερε.
Το ταξίδι των ηρώων, που ξεκινά από την Κάλυμνο σε μια περίοδο κατά την οποία το νησί βρίσκεται υπό ιταλική κατοχή και σε κατάσταση απόλυτης φτώχειας, ενώ οι άντρες υποχρεώνονταν σε μακρινά και πολύμηνα ταξίδια με τα σφουγγαράδικα αφήνοντας πίσω γυναίκες και παιδιά, θα συνεχιστεί στον γαλλικό νότο. Πολλών λογιών τα τέρατα που τους κατατρύχουν και με τα οποία έρχονται αντιμέτωποι. Το τέρας της φτώχειας και της ανέχειας, το τέρας που έχει το πρόσωπο του Ιταλού και αργότερα του Γερμανού κατακτητή, τα τέρατα των στρατοπέδων συγκέντρωσης, το τέρας που παίρνει το πρόσωπο μιας μάνας κι ενός πατέρα ‒πόσο παράδοξο!‒, το τέρας της ξενοφοβίας και του ρατσισμού ‒πόσο διαχρονικό!‒, το τέρας της απελπισίας που σαρώνει τις φοβισμένες καρδιές και τέλος… ο άντρας-τέρας και θύμα, που σκορπά τον τρόμο κακοποιώντας μικρά αγόρια. Για το ψυχογράφημα αυτού του τελευταίου, βασίστηκα σε μια φράση που ανέσυρα από κάποιο βιβλίο ψυχολογίας: Το χειρότερο είδος θύματος είναι εκείνο που δημιουργεί ένα άλλο θύμα. Μεγάλη αλήθεια. Απλή και συνάμα σύνθετη, γι’ αυτό και συγκλονιστική.