Έγραψα το Μια νύχτα του Αυγούστου κατά τη διάρκεια της μακράς περιόδου απομόνωσης που μας επιβλήθηκε εξαιτίας της πανδημίας την άνοιξη του 2020. Εκείνες τις δεκατέσσερις εβδομάδες τις πέρασα στην εξοχή της Αγγλίας, στο ίδιο σπίτι όπου είχα συγγράψει το Νησί σχεδόν είκοσι χρόνια νωρίτερα. Είναι ένα μέρος που περιστοιχίζεται από λιβάδια, οι πιο κοντινοί γείτονες είναι κοπάδια από πρόβατα και οι μόνοι ήχοι είναι τα κελαηδίσματα των πουλιών.
Μερικές φορές τα μυθιστορήματα αποκτούν δική τους ζωή και κάθε αναγνώστης ερμηνεύει το νόημα και το περιεχόμενό τους με τον δικό του τρόπο, ενσωματώνοντας στην ανάγνωση τις προσωπικές του ελπίδες, τους φόβους του και τα συναισθήματά του. Όσον αφορά ειδικά τους Έλληνες αναγνώστες, θεωρώ ότι χρειάστηκε να έρθει ένας «ξένος», ένας άνθρωπος που δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τον τόπο και την πραγματική ιστορία της Σπιναλόγκας, για να δει αυτό το μέρος με έναν καινούργιο τρόπο και να το παρουσιάσει ως έναν τόπο ελπίδας και θάρρους.
Όπως εξήγησα στους Βρετανούς αναγνώστες μου, τα πιο σκληρά περιστατικά και γεγονότα που περιγράφονται στο βιβλίο ανταποκρίνονται πλήρως στην πραγματικότητα, χωρίς να έχω υπερβάλει στο παραμικρό.