Ναι. Ο κόσμος αγαπά την Άγκαθα Κρίστι γιατί αισθάνεται καλά διαβάζοντας τα βιβλία της. Γιατί χαμογελά γυρνώντας τις σελίδες των μυστηρίων της. Γιατί τα απολαμβάνει – και γιατί αυτό που λέμε «απόλαυση της ανάγνωσης» είναι η πεμπτουσία των βιβλίων αυτής της μοναδικής γυναίκας.
Η Άγκαθα Κρίστι είναι πάντα εκεί, δίπλα μας, σαν να μας αφηγείται την ιστορία η ίδια. Σαν να είναι μαζί μας στο δωμάτιο, ή στο λεωφορείο, ή στη στάση, ή στην παραλία, ή στο καφέ, ή όπου είμαστε με το μυθιστόρημά της ανοιχτό μπροστά μας.
Είναι μια φωνή που μιλά μέσα μας με γλύκα, εξυπνάδα, συμπόνια και απέραντη αγάπη. Και με ειρωνεία, ασφαλώς. Φυσικά! Και με χιούμορ. Και με γνώση για τον άνθρωπο – και όσα κρύβει μέσα του. Τα καλά… και τα κακά.
Διαβάζοντας τα βιβλία της, με την απλή, καθαρή γραφή της, το μυαλό μας μπορεί και επεξεργάζεται παράλληλα τις πληροφορίες που μας δίνει –κι ας μη φτάνει αυτό για να βρούμε τον δολοφόνο–, κάνοντάς μας να αισθανόμαστε έτσι όπως λίγα βιβλία και λίγοι συγγραφείς μπορούν να μας κάνουν να αισθανθούμε: μία πληρότητα και μία ευεξία που δεν αγοράζεται εύκολα.
Και σίγουρα όχι τόσο φτηνά, όσο κοστίζει ένα βιβλίο της!
Τα βιβλία της Άγκαθα Κρίστι διαβάζονται σε ένα με δύο γεμάτα απογεύματα. Είναι ακριβώς όσο μεγάλα «πρέπει» να είναι. Χωρίς άχρηστες ή κουραστικές περιγραφές, που υπάρχουν μόνο για να υπάρχουν και για να προσθέτουν σε όγκο, έχουν το ιδανικό μέγεθος. Και είναι πολλά. Δεν είναι ένα, ούτε δύο, ούτε είκοσι. Είναι πολλά.
Α, ναι! Αν ήθελε, θα μπορούσε να ήταν ένας… υπερεγκέφαλος του εγκλήματος!
Αλλά ήταν μία πράα γυναίκα, με πολλά και ποικίλα ενδιαφέροντα, με έφεση στα ταξίδια, με αγάπη για τη ζωή και τον άνθρωπο. Και το στιλ της είναι μοναδικό, αμίμητο και πανταχού παρόν σε όλα τους! Και αυτό δεν το βρίσκουμε πουθενά αλλού. Σε κανέναν άλλο συγγραφέα. Στα μάτια ενός τρίτου φαντάζει να επαναλαμβάνεται. Όμως δεν το κάνει ποτέ στην πραγματικότητα: κάθε φορά όλα ξεκινούν από το μηδέν. Κάθε φορά το ταξίδι ξεκινά από την αφετηρία. Και το απολαμβάνουμε σχεδόν με όλες μας τις αισθήσεις.
Κι ας είναι όλα κάπως μακρινά και έξω από τη δική μας πραγματικότητα. Αλήθεια, ποιος ζει στην αγγλική επαρχία, σε ένα πλούσιο, μεγάλο σπίτι με μπάτλερ; Κανείς! Παρ’ όλα αυτά, νιώθουμε τόσο οικεία στους χώρους που επιλέγει κάθε φορά – σαν να τους έχουμε δει από κοντά. Σαν να είναι το δικό μας σπίτι. Και οι δικοί μας άνθρωποι.